Μάνος Χατζιδάκις
Το βράδυ σπίτι μου γυρίζω
κυνηγημένη σαν πουλί,
μες στα σεντόνια μου αντικρίζω
το θάνατο που με καλεί.
Κρύβω στα χέρια την καρδιά,
παίρνω απ΄ τις πόρτες τα κλειδιά
και προσπαθώ να του ξεφύγω
κρυφά, σαν τα μικρά παιδιά.
Κυλώ σα δάκρυ στη σιωπή,
μέσα στου κόσμου τη ντροπή,
και σαν τα ρούχα μου ξεσκίζω
γυμνή μ΄ αρπάζει η αστραπή.
Στους δρόμους σύντροφο γυρεύω
μια μπάντα παίζει το ρυθμό,
σκίζω τους τοίχους και χορεύω
να βρω τον άγνωστο αριθμό.
Κοιτάω μ΄ ελπίδα μια φωτιά
που ανάβει έν΄ άστρο στο νοτιά,
άραγε να ΄ναι ΄κει το φως μου,
το φως ή η ατέλειωτη ερημιά;
Φοβάμαι του όχλου τη χολή
ένας τυφώνας με καλεί,
η αγάπη χάνεται στη μνήμη
κι εγώ χορεύω σαν τρελή.
κυνηγημένη σαν πουλί,
μες στα σεντόνια μου αντικρίζω
το θάνατο που με καλεί.
Κρύβω στα χέρια την καρδιά,
παίρνω απ΄ τις πόρτες τα κλειδιά
και προσπαθώ να του ξεφύγω
κρυφά, σαν τα μικρά παιδιά.
Κυλώ σα δάκρυ στη σιωπή,
μέσα στου κόσμου τη ντροπή,
και σαν τα ρούχα μου ξεσκίζω
γυμνή μ΄ αρπάζει η αστραπή.
Στους δρόμους σύντροφο γυρεύω
μια μπάντα παίζει το ρυθμό,
σκίζω τους τοίχους και χορεύω
να βρω τον άγνωστο αριθμό.
Κοιτάω μ΄ ελπίδα μια φωτιά
που ανάβει έν΄ άστρο στο νοτιά,
άραγε να ΄ναι ΄κει το φως μου,
το φως ή η ατέλειωτη ερημιά;
Φοβάμαι του όχλου τη χολή
ένας τυφώνας με καλεί,
η αγάπη χάνεται στη μνήμη
κι εγώ χορεύω σαν τρελή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου