Άλκης Αλκαίος
Φιγούρα ξωτική και ταξιδιάρικη στο φως του φεγγαριού ανθίζει πάλι
γιατί όλη τη ζωή του την εξόδεψε παράφορα γυρεύοντας μιαν άλλη
Θυμάμαι σαν παιδί γελούσε και έλεγε στην σέλα ακροβατώντας ποδηλάτου:
«Τον κόσμο εμείς θα φέρουμε στα μέτρα μας πριν να μάς φέρει εκείνος στα δικά του».
Μα ο κόσμος προχωρά χωρίς να μάς ρωτά κλεισμένοι δρόμοι, κλέφτες και αστυνόμοι.
Αγάπα το κελί σου, του παν, κι ύστερα έξω πιο μόνος, μα γελούσε ακόμη.
Μια νύχτα μεθυσμένη παίρνει ανάποδες, ημερολόγια καίει και πτυχία.
Το χάραμα μπαρκάρει σε πειρατικό για της ζωής του την σκηνοθεσία.
Αλγέρι, Αλεξάνδρεια, South Africa, στο Άμστερνταμ δυο τέρμινα και κάτι
γλιστρούσαν οι αγάπες μες στα μάτια του σαν τον αφρό στα δάχτυλα του ναύτη.
Στο Πόρτο Ρίκο χρόνια ασυλλόγιστα και της καρδιάς του σκόρπισε τα φύλλα
σε υπόγεια σκοτεινά και ύποπτα, λες και έψαχνε το φως μες στην ξεφτίλα.
Κάποια ζεστή βραδιά σε ένα μπλουζάδικο άκουσε να φαλτσάρει η μουσική του
τα αφεντικά στον δρόμο τον πετάξανε τα στίγματα σαν είδαν στο κορμί του.
Κι η Σύλβια, που με πάθος τον αγάπησε, δεν έλειψε στιγμή απ' το πλευρό του
ζητώντας με μανία στην αγκάλη του την κόλαση και τον παράδεισό του
Σαλπάρισε μια νύχτα με πανσέληνο και στο στερνό του γράμμα μου' χε γράψει:
«Αξίζει, φίλε, να υπάρχεις για ένα όνειρο και ας είναι η φωτιά του να σε κάψει»
Τα χρόνια έχουν περάσει, δε θυμάμαι πια, Ερνέστο τον ελέγανε ή Νίκο;
Κι ακόμα συγχωρείστε με που ξέχασα αν χάθηκε στο Μετς ή στο Πόρτο Ρίκο
Όσο για μένα είμαι πάντα εδώ με των ματιών σας την φωτιά σημαία.
Είναι όμορφα απόψε που ανταμώσαμε μ' αρέσει να αρμενίζουμε παρέα.
Φιγούρα ξωτική και ταξιδιάρικη στο φως του φεγγαριού ανθίζει πάλι
γιατί όλη τη ζωή του την εξόδεψε παράφορα γυρεύοντας μιαν άλλη
Θυμάμαι σαν παιδί γελούσε και έλεγε στην σέλα ακροβατώντας ποδηλάτου:
«Τον κόσμο εμείς θα φέρουμε στα μέτρα μας πριν να μάς φέρει εκείνος στα δικά του».
Μα ο κόσμος προχωρά χωρίς να μάς ρωτά κλεισμένοι δρόμοι, κλέφτες και αστυνόμοι.
Αγάπα το κελί σου, του παν, κι ύστερα έξω πιο μόνος, μα γελούσε ακόμη.
Μια νύχτα μεθυσμένη παίρνει ανάποδες, ημερολόγια καίει και πτυχία.
Το χάραμα μπαρκάρει σε πειρατικό για της ζωής του την σκηνοθεσία.
Αλγέρι, Αλεξάνδρεια, South Africa, στο Άμστερνταμ δυο τέρμινα και κάτι
γλιστρούσαν οι αγάπες μες στα μάτια του σαν τον αφρό στα δάχτυλα του ναύτη.
Στο Πόρτο Ρίκο χρόνια ασυλλόγιστα και της καρδιάς του σκόρπισε τα φύλλα
σε υπόγεια σκοτεινά και ύποπτα, λες και έψαχνε το φως μες στην ξεφτίλα.
Κάποια ζεστή βραδιά σε ένα μπλουζάδικο άκουσε να φαλτσάρει η μουσική του
τα αφεντικά στον δρόμο τον πετάξανε τα στίγματα σαν είδαν στο κορμί του.
Κι η Σύλβια, που με πάθος τον αγάπησε, δεν έλειψε στιγμή απ' το πλευρό του
ζητώντας με μανία στην αγκάλη του την κόλαση και τον παράδεισό του
Σαλπάρισε μια νύχτα με πανσέληνο και στο στερνό του γράμμα μου' χε γράψει:
«Αξίζει, φίλε, να υπάρχεις για ένα όνειρο και ας είναι η φωτιά του να σε κάψει»
Τα χρόνια έχουν περάσει, δε θυμάμαι πια, Ερνέστο τον ελέγανε ή Νίκο;
Κι ακόμα συγχωρείστε με που ξέχασα αν χάθηκε στο Μετς ή στο Πόρτο Ρίκο
Όσο για μένα είμαι πάντα εδώ με των ματιών σας την φωτιά σημαία.
Είναι όμορφα απόψε που ανταμώσαμε μ' αρέσει να αρμενίζουμε παρέα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου